Ανακοινώσεις

Αποφάσεις της 22.11.2019 συνεδρίασης της Συντονιστικής Επιτροπής Προέδρων Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος και απάντηση στην Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων

24 Νοεμβρίου 2019 Αποφάσεις της 22.11.2019 συνεδρίασης της Συντονιστικής Επιτροπής Προέδρων Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος και απάντηση στην Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων

Αποφάσεις συντονιστικής επιτροπής

Η Συντονιστική Επιτροπή των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος, που συνεδρίασε στην Αθήνα στις 22.11.2019, εξέδωσε την ακόλουθη ανακοίνωση:

1. Η επιβαλλόμενη αναμόρφωση του ασφαλιστικού συστήματος, ως αποτέλεσμα και των πρόσφατων σχετικών αποφάσεων του ΣτΕ, είναι προφανές ότι πρέπει να είναι αποτέλεσμα ενός ευρύτερου διαλόγου με τη συμμετοχή όλων των εμπλεκόμενων φορέων και να τεκμηριώνεται σε αντίστοιχες αναλογιστικές μελέτες. Σε κάθε περίπτωση, δεν πρέπει να οδηγήσει σε επιβάρυνση των συναδέλφων, όπως επιτάσσουν, άλλωστε, και οι σχετικές αποφάσεις του ΣτΕ

2. Η Συντονιστική Επιτροπή επιβεβαιώνει τη θέση του δικηγορικού σώματος κατά της υποχρεωτικότητας της διαμεσολάβησης. Ανεξάρτητα αυτού, και στο πλαίσιο του διαλόγου που αναπτύσσεται με αφορμή τη νομοθετική πρωτοβουλία της Κυβέρνησης, η Συντονιστική Επιτροπή κρίνει ότι:

Α) Το σχέδιο νόμου, όπως εισάγεται ως προς το εύρος των υπαγομένων διαφορών, ενέχει τον κίνδυνο να οδηγήσει σε μία αλυσιτελή διαδικασία, ενός «νέου άρθρου 214Α» και μάλιστα με κόστος, αυτή τη φορά, για τους διαδίκους. Θεωρεί εσφαλμένη την μη υιοθέτηση της πρότασης του δικηγορικού σώματος για πιλοτική εφαρμογή της υποχρεωτικότητας μόνο σε διαφορές της τακτικής διαδικασίας αρμοδιότητας του Πολυμελούς Πρωτοδικείου.

Β) Οι βελτιώσεις που επήλθαν στο σχέδιο νόμου που κατατέθηκε στη Βουλή, κατόπιν αποδοχής σχετικών προτάσεων του δικηγορικού σώματος, και συγκεκριμένα η θεσμοθέτηση της υποχρεωτικής παράστασης δικηγόρου σε όλα τα στάδια της διαμεσολάβησης, της επιλογής διαμεσολαβητή από την ΚΕΔ, στην περίπτωση διαφωνίας των μερών, με κριτήριο την τοπική αρμοδιότητα της διαφοράς και προϋποθέσεων για τα Κέντρα Εκπαίδευσης Διαμεσολαβητών , κινούνται σε θετική κατεύθυνση.

Γ)Το σχέδιο νόμου επιδέχεται περαιτέρω βελτιώσεις στην κατεύθυνση του περιορισμού του εύρους των υπαγομένων διαφορών ιδίως της τακτικής διαδικασίας αρμοδιότητας Μονομελούς Πρωτοδικείου, της εξαίρεσης από τη διαμεσολάβηση ζητημάτων που άπτονται της συμμετοχής τρίτων, όπως η άσκηση κύριας παρέμβασης, προσεπίκλησης, παρεμπίπτουσας αγωγής, της αυστηροποίησης των προϋποθέσεων λειτουργίας των Κέντρων Εκπαίδευσης Διαμεσολαβητών, ώστε να εξασφαλίζεται η ασφάλεια και η επιβαλλόμενη ποιοτική παροχή των υπηρεσιών.

3. Η Συντονιστική Επιτροπή, έχοντας διαπιστώσει την ανάγκη για άμεσες τροποποιήσεις στον Κώδικα Δικηγόρων και σε συνέχεια σχετικής απόφασης της Ολομέλειας ολοκλήρωσε την επεξεργασία των προς τροποποίηση διατάξεων (ιδίως σε θέματα διαγωνισμού υποψήφιων δικηγόρων, αξιολόγησης-επάρκειας, έμμισθων δικηγόρων, ρυθμίσεις για νησιωτικές περιοχές), τις οποίες και θα προωθήσει στο Υπουργείο Δικαιοσύνης για θεσμοθέτηση.

4. Η Συντονιστική Επιτροπή εκφράζει την ικανοποίησή της:

Α) Για την παρέμβαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων Ι. Βρούτση με την οποία χορηγείται ασφαλιστική ικανότητα σε μη μισθωτούς ασφαλισμένους με δόσεις εκκαθάρισης έτους 2018 ή σε ρύθμιση ν. 4611/2019 με την οποία επιλύεται ένα μείζον θέμα και

Β) Για τη ρύθμιση του άρθρου 19 του υπό διαβούλευση σχεδίου νόμου «Ρύθμιση θεμάτων Υπουργείου Εσωτερικών», που προωθεί ο Υπουργός Εσωτερικών Τ. Θεοδωρικάκος και αφορά στη νομική υποστήριξη υπαλλήλων δημοσίου τομέα, η οποία κινείται και στην κατεύθυνση αύξησης της δικηγορικής ύλης, με την επισήμανση ότι θα πρέπει να επεκταθεί η εφαρμογή της και στους υπαλλήλους ΟΤΑ και στους αιρετούς εκπροσώπους. 

 

Τέλος η Συντονιστική Επιτροπή των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος, εξέδωσε την ακόλουθη ανακοίνωση για την ανακοίνωση της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων :

Ιδιαίτερο προβληματισμό προκαλεί η σε έντυπο της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων ανακοίνωση του Προέδρου της για τη συμμετοχή των δικηγόρων ως δικαστικών αντιπροσώπων στις αρχαιρεσίες των συνδικαλιστικών οργανώσεων.

Σε μία περίοδο , όπου η Δικαιοσύνη δοκιμάζεται και απαιτείται η αγαστή συνεργασία των συλλειτουργών της προς όφελος τόσο της Δικαιοσύνης και όσο της Κοινωνίας, ο Πρόεδρος της ΕΔΕ επέλεξε, με τα όσα απαξιωτικά αναφέρει στην εν λόγω ανακοίνωσή του, να αμφισβητήσει και υποβαθμίσει το θεσμικό ρόλο αλλά και το έργο των δικηγόρων, που η ίδια η Πολιτεία τους έταξε και το οποίο εκτελούν με υψηλό αίσθημα ευθύνης.

Αντιλαμβανόμαστε την προφανή ανάγκη του Προέδρου της ΕΔΕ για επικοινωνιακού τύπου παρεμβάσεις, ιδίως μετά την αλλαγή στάσης της Ενωσης στο θέμα της υποχρεωτικής διαμεσολάβησης, όπου η θέση του Προέδρου της κατέστη μειοψηφική. Ως καλόπιστοι συνομιλητές, δεν υπεισερχόμαστε ούτε αποδεχόμαστε συζητήσεις περί «δώρων» και «αντιδώρων», όχι από θέση αδυναμίας αντιπαράθεσης αλλά από θέση αρχής και από επιθυμία διατήρησης ενός κλίματος αμοιβαίου σεβασμού και εμπιστοσύνης με τους Ελληνες Δικαστές και Εισαγγελείς. Δεν θα ακολουθήσουμε τον Πρόεδρο της ΕΔΕ στον μοναχικό αδιέξοδο δρόμο του. Θα υπενθυμίσουμε μόνο ότι έργο του Δικαστή είναι η απονομή της Δικαιοσύνης με την έκφραση της δικαιοδοτικής κρίσης του. Και στο έργο αυτό, ο Δικαστής θα πρέπει να είναι ανεξάρτητος και απερίσπαστος.

Και ότι η ορθή απονομή της Δικαιοσύνης συνδέεται πρωταρχικά με την ορθή δικαιοδοτική κρίση αλλά απαιτείται και ταχύτητα στην απονομή της.

Όταν, λοιπόν, κατά κοινή ομολογία, παρατηρούνται σημαντικές καθυστερήσεις στην έκδοση των δικαστικών αποφάσεων, φαντάζει τουλάχιστον υποκριτικό να αγνοείται η πραγματικότητα αυτή, τη στιγμή μάλιστα που εισπράττεται το σχετικό επίδομα «επιτάχυνσης» και παράλληλα να επιδιώκεται η περαιτέρω με αμοιβή ενασχόληση των δικαστών με διοικητικής φύσεως καθήκοντα, όπως είναι η συμμετοχή στις Εφορευτικές Επιτροπές για τις αρχαιρεσίες σε συνδικαλιστικές οργανώσεις.

Ταυτόχρονα, είναι αντιφατικό από την μία πλευρά η ΕΔΕ να διεκδικεί προσλήψεις δικαστών με το επιχείρημα ότι η έλλειψη του αναγκαίου αριθμού τους είναι η κύρια αιτία για την καθυστέρηση στην απονομή της Δικαιοσύνης λόγω υπέρμετρης επιβάρυνσης των ήδη υπηρετούντων και από την άλλη ο Πρόεδρός της να διεκδικεί την συμμετοχή των δικαστών σε διοικητικής φύσεως καθήκοντα, που θα επιφέρουν περαιτέρω επιβάρυνση στο έργο τους.

Τέλος , για τα νομικά θέματα που θέτει ο Πρόεδρος της ΕΔΕ, είναι απορίας άξιο για εμάς, εάν αμφισβητείται η ορθότητα της πάγιας νομολογίας του ΣτΕ (ενδεικτικά ΣτΕ Ολ 3503/2009, Στε 99/2015, 2980/2010) για το εάν η ενασχόληση δικαστών με διοικητικής φύσεως καθήκοντα είναι συνταγματικώς επιτρεπτή και εάν, ενώ έχει κριθεί ως αντισυνταγματική η συμμετοχή δικαστών σε επιτροπές επίλυσης διαφορών αυτοδιοικητικού χαρακτήρα, είναι νοητή ως συνταγματική η συμμετοχή τους ως μελών Εφορευτικών Επιτροπών σε αρχαιρεσίες συνδικαλιστικών οργανώσεων. Υπενθυμίζεται ότι, μέχρι σήμερα, καμία δικαστική απόφαση δεν έχει αχθεί σε ακύρωση αποτελεσμάτων αρχαιρεσιών συνδικαλιστικών οργανώσεων είτε λόγω συμμετοχής των δικηγόρων ως Προέδρων στις σχετικές Εφορευτικές Επιτροπές είτε λόγω πλημμελούς εκτέλεσης των καθηκόντων τους.

Επιθυμούμε να πληροφορηθούμε εάν η ΕΔΕ υιοθετεί το ύφος του Προέδρου της στην εν λόγω ανακοίνωση και την επιλογή σύγκρουσης με το δικηγορικό σώμα και μάλιστα στην συγκεκριμένη χρονική συγκυρία.

Το δικηγορικό σώμα, διαχρονικά, επιδιώκει την ειλικρινή συνεργασία όλων των συλλειτουργών της Δικαιοσύνης με αμοιβαίο σεβασμό στο θεσμικό ρόλο και το έργο του καθενός.

Η πρότασή μας για τη θέσπιση ενός Κώδικα Δεοντολογίας , που θα διέπει τις σχέσεις όλων των εμπλεκομένων φορέων και προσώπων περί την απονομή της Δικαιοσύνης, είναι σήμερα επίκαιρη παρά ποτέ.

Δυστυχώς όμως, εκ μέρους του Προέδρου της ΕΔΕ φαίνεται ότι έχει παραπεμφθεί στις καλένδες.